1o Σπήλαιο Ζεστών Νερών

Ένας απλός εκπαιδευτικός περίπατος από ομάδα μαθητών της Περιβαλλοντικής του Παλλατιδείου Γυμνασίου Σιδηροκάστρου με υπεύθυνο καθηγητή για τα σπήλαια τον Ελευθεριάδη Λευτέρη, ήταν η αιτία της ανακάλυψης του 1ου Σπηλαίου Ζεστών Νερών.

 

Tο σπήλαιο των «ζεστών νερών» ανήκει στην κατηγόρια των πρωτογενών σπηλαίων και η γένεσή του οφείλεται στις αποθέσεις τραβερτινών που δημιούργησε η πηγή των «ζεστών νερών». 


“Ο όρος «πρωτογενές σπήλαιο» αναφέρεται στα σπήλαια με ηλικία όμοια με αυτήν των πετρωμάτων. Σχηματίζονται σε τραβερτινικές αποθέσεις κυρίως σε θέσεις καταρρακτών”


Για τις μορφές σπηλαίων, όπως το σπήλαιο των «ζεστών νερών», χρησιμοποιείται ο όρος «τραβερτινικές γέφυρες».

 

Οι τραβερτινικές γέφυρες είναι σπάνιες . Οι αναφορές για τραβερτινικά πρωτογενή σπήλαια είναι πολύ λίγες που υπολογίζονται μόνο στο 1-2% των σπηλαίων στην Ελλάδα και μεταξύ αυτών εντοπίστηκε μία μόνο τραβερτινική γέφυρα που την αντιπροσωπεύει το σπήλαιο των «ζεστών νερών». Δηλαδή, η κατηγορία αυτή των τραβερτινικών γεφυρών ανήκει μόλις στο 0,01% των ελληνικών σπηλαίων.

 

Η γένεση του σπηλαίου συνδέεται επίσης με τη νεοτεκτονική της περιοχής, καθώς και τη γεωμορφο¬λογική της εξέλιξη, με το ενδιαφέρον να εστιάζεται στη κατά βάθος διάβρωση του Κρουσοβίτη ποταμού και τον εγκιβωτισμό του στην τοποθεσία «ζεστά νερά».

 

Μετά τη διάβρωση του ποταμού κατά βάθος, λόγω πτώσης του τοπικού βασικού επιπέδου, κατά το Πλειστό¬καινο, άρχισε η απόθεση τραβερτίνη από τα νερά της θερμής πηγής, που βρίσκεται υψηλότερα από τη στάθμη του Κρουσοβίτη. Η εμφάνιση της πηγής πρέπει να συνδέεται χρονικά με την πτώση του βασικού επιπέδου, όπως φαίνεται από τη σταδιακή μείωση της βάσης των τραβερτινικών αποθέσεων που ακολουθούν τη σταδιακή σε βάθος διάβρωση του ποταμού.

 

Το σπήλαιο αναπτύσσεται κατά ΝΔ-ΒΑ διεύθυνση, με μήκος περίπου 130m και έχει δύο εισόδους με παρόμοια μορφολογία. Όλο το μήκος το σπήλαιο αποτελεί μέρος της κοίτης του Κρουσοβίτη, ο οποίος αποκτά υπόγεια ροή. Από τη στάθμη του Κρουσοβίτη ως την επιφάνεια του αναγλύφου, πάνω από το σπήλαιο, υπάρχει υψομετρική διαφορά 15m, περίπου. Από το ύψος αυτό και στις δύο εισόδους του σπηλαίου πέφτουν νερά σχηματίζοντας καταρράκτες. Τα νερά αυτά προέρχονται από μια πηγή με θερμά νερά που βρίσκεται σε απόσταση 250m.


“Η τραβερτινική γέφυρα Yerkopru – Hadim στον ποταμό Zamanti της Τουρκίας είναι η μεγαλύτερη στον κόσμο με διαστάσεις:  250 m  μήκος, 50m πλάτος και 50m ύψος. Μια άλλη επίσης μεγάλη είναι η γέφυρα Tonto στην Αριζόνα των ΗΠΑ με διαστάσεις: 122m  μήκος, 30m πλάτος και 55m ύψος”


Οι διαστάσεις του σπηλαίου κυμαίνονται 0,5-10m ύψος και 0,5-15m πλάτος. Αποτελείται από τέσσερις θαλάμους που επικοινωνούν με τρία στενά περάσματα. Η ΝΔ είσοδος είναι η μεγαλύτερη (15 Χ15m) και στο κέντρο αυτής πέφτουν τα νερά του καταρράκτη. Ακολουθεί ο πρώτος θάλαμος με μήκος 20m περίπου και το πρώτο στενό πέρασμα με πλάτος 5m, ύψος 0,5-1,5m και μήκος μεγαλύτερο από 15m Ομοίως οι δυο επόμενοι θάλαμοι διαχωρίζονται με ένα παρόμοιο στενό πέρασμα. Το τελευταίο πέρασμα είναι διαφορετικό από τα δύο προηγούμενα, με μικρό πλάτος (0,5m) και ύψος 2m, καθώς μικραίνει γενικώς το πλάτος του σπηλαίου πλησιάζοντας προς τη ΒΑ είσοδο. Η ΒΑ είσοδος έχει πλάτος 3m και ύψος 5m.

 

Ο διάκοσμος του σπηλαίου αποτελείται από σταλακτίτες και ροόλιθους στην οροφή και τα τοιχώματα του σπηλαίου. Οι σταλαγμίτες απουσιάζουν σχεδόν τελείως λόγω της συνεχούς ροής νερού στο εσωτερικό του σπηλαίου και παρατηρούνται μόνο κάποιες μικρές μορφές σε ανώμαλες επιφάνειες των τοιχωμάτων αρκετά ψηλά από τη στάθμη του νερού. Κατά περιόδους στα ιζήματα του σπηλαίου που είναι έξω από το νερό δημιουργούνται σταλαγμίτες από άμμο και άργιλο. Αυτοί οι σταλαγμίτες πάντα στη κορυ¬φή τους έχουν μια κροκάλα που εμπόδισε τη διάβρωση από το νερό που στάζει από την οροφή.

 

 

Ο κ. Ελευθεριάδη Λευτέρη αναφέρει
Διασχίζοντας 2,5 χιλ. ευχάριστη διαδρομή μέσα στην χαρισματική από φυσικό κάλος κοιλάδα του Κρουσοβίτη, φτάσαμε στον προορισμό μας που ήταν να δούμε την πρόσοψη του σπηλαίου. Τη γνώριζα εδώ και 50 χρόνια και ήμουνα πολύ περίεργος σε τι κατάσταση θα την ξανάβλεπα. Στο βάθος μιας πανέμορφης ρεματιάς με μεγάλα πλατάνια ξεπρόβαλε η είσοδος του σπηλαίου από την οποία έβγαινε το υπόγειο ποτάμι. Όλη η ομάδα ενθουσιάστηκε από το μεγαλείο της εξωτερικής ομορφιάς του, τον πλούσιο σταλακτιτικό διάκοσμο και την ανοιξιάτικη βλάστηση που κοσμούσε την πρόσοψή του. Πόσο λαχταρούσαμε όλοι μαζί εκείνη τη στιγμή να γνωρίζαμε και τον εσωτερικό διάκοσμο της διαδρομής του! Αυτές οι σκέψεις με βασάνιζαν ιδιαίτερα.


Πληροφορήθηκα ότι στην περιοχή της Θερμοπηγής απασχολείται ομάδα παλαιοντολόγων της Επίκουρου καθηγήτριας Παλαιοντολογίας κ. Τσουκαλά Ευαγγελίας για την ανεύρεση Παλαιοντολογικών ευρημάτων ακόμη και 5 έως 7 εκατομμυρίων χρόνων. Στο προσωπικό αυτό υπήρχαν και γεωλόγοι έμπειροι στις σπηλαιο-εξερευνήσεις. Αυτό το εξειδικευμένο στη σπηλαιολογία προσωπικό, μας το διέθεσε για μια μέρα η κ Τσουκαλά για να εξερευνήσουμε το σπήλαιο. Ήταν ο Ευριπίδης Μπαλτάκης από την Αριδαία, ο Βασίλης Μακρίδης από το Κιλκίς και ο Γιώργος Λαζαρίδης πρωτοετής φοιτητής Γεωλογίας, αλλά σήμερα είναι διπλωματούχος Γεωλόγος και επιστημονικός συνεργάτης του Συλλόγου μας.

 

Από τις παρατηρήσεις της ομάδας βγήκε το συμπέρασμα ότι πρόκειται για ένα εντυπωσιακό σπήλαιο. Αποτελείται από τρεις υπόγειους θαλάμους πλούσιους σε σταλακτιτικό διάκοσμο. Το μήκος των ποικιλόμορφων σταλακτιτών φτάνει τα δύο μέτρα και έχει μορφή «καταρράκτη».

Το πιο εντυπωσιακό πράγμα είναι η παρουσία εκατοντάδων χιλιάδων νυχτερίδων διαφόρων ειδών.

 

Την επόμενη ημέρα που το διασχίσαμε όλοι μαζί, η κυρία Τσουκαλά βγαίνοντας από το σπήλαιο ενθουσιασμένη μας είπε. «Είμαστε μπροστά σε μια μεγάλη επιστημονική ανακάλυψη. Αυτό το σπήλαιο ανήκει στην κατηγορία των Πρωτογενών σπηλαίων (πέτρωμα και σπήλαιο ίδιας ηλικίας). Στην κατηγορία αυτή στο μήκος που έχει, είναι σπάνιο παγκόσμια και μοναδικό στην Ελλάδα.»

 

Οι εξερευνητικές και ερευνητικές δραστηριότητες στο σπήλαιο Ζεστών Νερών άρχισαν το έτος 2001 από την 18μελή επιστημονική ομάδα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και τις συνέχισε ο κ. Λαζαρίδης Γεώργιος που ήταν το αντικείμενο της διπλωματικής του που τον ανέθεσε ο αείμνηστος καθηγητής του Α.Π.Θ. , Ελευθέριος Βαβλιάκης.