Σπήλαιο Καταρράκτες
Το σπήλαιο αποτελείται από μία μεγάλη βραχοσκεπή και δύο ανισομεγέθη έγκοιλα. Βρίσκετε στη νότια όχθη του ποταμού, σε ύψος περίπου 10m ψηλότερα από τον ποταμό. Η βραχοσκεπή έχει μορφή θολωτή με άνοιγμα 34m, βάθος 22m, και εβδαδόν 620m2. Στο ύψος του σημερινού δαπέδου της ανοίγονται τα δύο έγκοιλα.
Το πρώτο έχει μήκος 6m με 7m και ύψος περίπου 3m δεν έχει καθόλου διάκοσμο.
Το δεύτερο έχει μικρότερη είσοδο, όμως είναι μεγαλύτερων διαστάσεων. Στο δάπεδό του τα ιζήματα είναι σκαμμένα από λαθρανασκα¬φείς. Πρόκειται για μια αίθουσα χωρίς διακλαδώσεις και διαδρόμους με το αριστερό τμήμα ανηφορικό. Στο σπήλαιο διαβιούν πολλές νυχτερίδες.
Το βραχοκαταφύγιο αυτό, με τα δύο έγκοιλα στο εσωτερικό του, θεωρείται το σημαντικότερο της τοποθεσίας αυτής. Από σπηλαιολογική άποψη είναι το καλύτερα ανεπτυγμένο και το μόνο που παρουσιάζει ανάπτυξη σε σημαντικό βαθμό σπηλαιοθεμάτων στο εσωτερικό του, ενώ στη βραχοσκεπή του βρέθηκαν πλήθος επιφανειακών ευρημάτων, ιστορικών και προϊστορικών χρόνων. Ακολούθησαν ανασκαφές το 2004, 2006 και 2007
Ο κ. Ελευθεριάδη Λευτέρη αναφέρει
«Για πρώτη φορά μπήκα στο εσωτερικό του σπηλαίου μαζί με το συμπατριώτη μου από το Βαρόσι μακαρίτη Θεόδωρο Μαυριδόπουλο (ανάπηρο), το καλοκαίρι του 1959. Με ένα δυνατό φακό στο χέρι που δανείστηκα από τον Προϊστάμενο της Δ.Ε.Η. κ. Στάθη Γεωργιάδη, σκύβοντας από το χαμηλό στόμιο εισχωρήσαμε στο σπήλαιο. Τον Θόδωρο λόγω της αναπηρίας του τον παρακάλεσα να καθίσει, να πάρει τον φακό στα χέρια του και να φωτίζει τη διαδρομή μου στο εσωτερικό του σπηλαίου. Έστριψα αριστερά και θυμάμαι τις κοτρώνες βράχων που ανέβαινα τη μια μετά την άλλη, ενώ σήμερα δεν τις βλέπουμε. Προφανώς είναι σκεπασμένες από το χώμα λαθρανασκαφών, που αλλοίωσαν την μορφή του εσωτερικού του σπηλαίου. Από τις πληροφορίες που συγκεντρώσαμε και τις μελέτες μας, συμπεραίνουμε ότι υπάρχει συνέχεια στο σπήλαιο.»
Το σπήλαιο εντοπίσθηκε από τον καθηγητή Ελευθεριάδη Ελευθέριο με την ομάδα των μαθητών του, με αφορμή το μάθημα της Περιβαλλοντικής εκπαίδευσης για να προβληθεί το φυσικό κάλλος της κοιλάδας του Κρουσοβίτη σε συνδυασμό με το σπηλαιολογικό και αρχαιολογικό πλούτο της περιοχής του Μαύρου Βράχου. Ήταν όμως γνωστό από τα φοιτητικά του χρόνια, χωρίς να γνώριζε την ιδιαίτερη αξία του.
Εξερευνήθηκε στις 18-2-02 από τον καθηγητή κ. Ελευθεριάδη Ελευθέριο και τον γυμναστή καθηγητή κ. Πεχλιβάνη Φώτη οι οποίοι έφεραν μαζί τους ειδικό εξοπλισμό.
Στις 25-2-02 συγκροτήθηκε εξερευνητική ομάδα αποτελούμενη από τους:
Ελευθεριάδη Ελευθέριο ,καθηγητή κλάδου Φυσικών
Πεχλιβάνη Φώτη ,καθηγητή κλάδου Φυσικής Αγωγής
Ξάνθου Βασίλειο, καθηγητή κλάδου Φυσικής Αγωγής
Παπουτσή Παύλο, επαγγελματία φωτογράφο
Λεονταρίδη Ιωάννη, μαθητή Γ΄ Γυμνασίου Σιδηροκάστρου
Στάμτση Γεώργιο, μαθητή Γ΄ Γυμνασίου Σιδηροκάστρου
Κουρδούπαλου Μαρία, μαθήτρια Γ΄ Γυμνασίου Σιδηροκάστρου